Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Ή περιεκτική μετάνοια.

Αδελφοί και πατέρες, σάς καλώ και πάλι νά σκε­φτούμε τόν καθολικό μας σκοπό, πού είναι ή συνεχής μετάνοια. Έάν αναλογισθούμε την πρώτη κατασκευή τοΰ ανθρώπου κατά τή δημιουργία, τήν ανάπλαση μας από τό Θεό Λόγο, τό ύψιστο τέρμα των θείων επαγγε­λιών,, πού μας χάρισε ή θεία παναγάπη, καί ότι όλα αυ­τά τά στερούμαστε —καί μάλιστα μέ ποινή αιώνιας καταδίκης— εξαιτίας της απροσεξίας καί αμέλειας μας, πραγματικά μας καταπνίγει ή απόγνωση.Εύλογητός όμως ό Θεός πάντοτε, νϋν καί στην αιωνιότητα, ό όποιος μας λυπήθηκε καί μας χάρισε τή μετάνοια, μέ τήν οποία ανακαλούμε αυτά πού χάσαμε, επανακτούμε τή θέση μας καί κληρονομούμε όσα ή πα­ναγάπη καί ή Χάρη του μάς υπόσχεται.

Μετάνοια* τό απόλυτο καθήκον της μοναστικής μας ζωής καί ιδιότητας. Μετάνοια- ή ανεύρεση αυτών πού χάσαμε. Μετάνοια- ή εξυγίανση αυτών πού έχουν διαφθαρεί. Μετάνοια- ή εξόφληση τών χρεών. Μετά­νοια- ή ανάσταση τών νεκρών μελών, πού παραμόρφωσε ή αμαρτία, ή προδοσία καί ή άρνηση. Μετάνοια- τό βέβαιο σωσίβιο αυτών πού βυθίστηκαν στό πέλαγος της μάταιης αυτής ζωής. Μετάνοια- ό κύριος καί πραγ­ματικός στόχος καί προορισμός τοΰ «πεπτωκότος άν­θρωπου».
Μέ βάση τούς βίους, διδαχές καί υποδείξεις των Πατέρων μας βαδίζουμε απρόσκοπτα, όσοι θέλουμε νά πετύχουμε τούς ίδιους μέ αυτούς σκοπούς. Καί σχο­λιάζουμε τώρα τά συστήματα τής πρακτικής.
Μέ καλή αρχή τά ιερά λόγια: «Αρχή σοφίας φό­βος Κυρίου» (Παρ. θ', 10) καί «τω φόβω Κυρίου έκκλίνει πάς από κακοϋ» (Παρ. ιε', 27) ξεκινούμε τήν πορεία τής ανάστασης μας. Ή περιεκτική μετάνοια χαρακτηρί­ζεται ως «κλϊμαξ», πού ανεβάζει —όσους είναι πεσμέ­νοι στή γή— στόν ουρανό, όπου βρίσκεται ή πραγματι­κή μας πατρίδα.
Ό φόβος γέννα τή νήψη καί τήν προσοχή. Ή νήψη τηρεί τίς εντολές. "Οταν τηρούνται οί εντολές γεν­νούν τό ζήλο, πού σηκώνει τό βάρος τής πρακτικής φι­λοπονίας. Έάν ό ζήλος δέν σκορπιστεί από αμέλεια ή από κάποια άλλη απροσεξία, συσφίγγει τά μέλη σε ακριβέστερη φιλοπονία. "Ετσι προκαλείται ή παρου­σία τής Χάρης —όχι περιστασιακά— αλλά υπό μορφή ενδημική, ή οποία μυστικά παρηγορεί καί ενθαρρύνει τό νου στήν ακρίβεια τής εκλογής καί τής επιμονής πρός τή μάχη καί πάλη κατά τής χαύνωσης.
Σέ όσους άθλοΰν νόμιμα στό πολύπονο στάδιο τής φιλοπονίας, χρήσιμη βοηθός και συμπαραστάτρια είναι ή εγκράτεια καί ή ακρίβεια τής τήρησης τοΰ προ­γράμματος. Καί. τά δύο θεωροΰνται απαραίτητα μέσα προαγωγής. Ίο τοΰ Άποοτόλου «ό άγωνιζόμενος πάν­τα έγκρατενεται» (Α' Κορ. θ', 25), θεωρείται επιβεβλη­μένη άρχή, πού συναντούμε επίμονα στους βίους των Πατέρων μας. Μόνο ή εγκράτεια —ως αποτελεσματικό μέσο— καθαιρεί τή μητέρα του θανάτου ηδονή.
Ή επιμονή στό πρόγραμμα, πού είναι σωτήριο μέσο στόν πνευματικό μας αγώνα, διευκολύνει τήν παράτα­ση της εγκράτειας.Μή λησμονούμε ότι οι ακατονόμα­στοι λόγοι καί προφάσεις, χάριν δήθεν τής βιολογικής μας σύστασης, αλλοιώνουν τήν επιμονή τής εγκράτει­ας. Τό παράδειγμα τοϋ Κυρίου μας —ως καθηγητή τής εγκράτειας (νηστείας)— στήν έρημο, πείθει γιά τήν α­ναγκαιότητα τής επιμονής στό πρόγραμμα ολόκληρης τής αγωνιστικότητας. "Αν καί ή Γραφή λέγει ότι ό Κύ­ριος μας «έπείνασε» (Ματ. δ', 2), εν τούτοις δέν υποχώ­ρησε στό γαργαλισμό των αισθήσεων τής δήθεν βιολο­γικής αναγκαιότητας, αλλά παρέμεινε τηρητής τοϋ προγράμματος τής ασκητικής αγωνιστικότητας. Μέ τήν πίστη στή θεία Πρόνοια έλυσε τό πρόβλημα τής ανάγκης τής πείνας, πού φαινόταν ότι πίεζε. Αυτό τό παράδειγμα νά μή λείψει ποτέ από τό οπλοστάσιο τής πνευματικής μας άμυνας.
"Οπως αντιμετωπίζουμε τόν πόλεμο τής αμαρτίας στόν αισθητό κόσμο των πραγμάτων, έτσι νά τόν αντι­μετωπίζουμε καί στό νοητό κόσμο των νοημάτων, πού είναι καί δυσκολώτερος καί ταχύτερος στήν προσβολή καί επίθεση του. Σ' αυτό πολύ μας ωφελεί ή μελέτη καί πείρα των Γραφών καί των πατερικών διηγημάτων, α­πό τά όποια παίρνει δύναμη ό νους καί αμύνεται στό νοητό καί αόρατο πόλεμο. 'Από αυτά ξυπνά ή μνήμη τοΰ Θεοΰ καί ενεργοποιείται ή δλη του παναγαθότητα, πού συνεχώς μας περιβάλλει.
Άπ' εδώ αρχίζει καί τό πανίσχυρο μας όπλο, ή προσευχή, χωρίς την όποια δεν μπορεί νά επιτευχθεί τί­ποτα. Ερμηνεύοντας οί Πατέρες αυτό πού λέει ό Δαυ­ίδ, «εί'ς τάς πρωίας άπέκτεινον πάντας τους αμαρτω­λούς της γης» (Ψαλμ. ρ', 8), υποδεικνύουν μέ επαινετή επιμονή τή σημασία τοΰ αγώνα. Ό αγώνας πρέπει νά γίνεται μέ βία άπό τήν αρχή, πριν ό νους σκορπιστεί στις μνήμες τοΰ παρελθόντος, λόγω τοΰ μετεωρισμοΰ. Πρώτο καθήκον στό πνευματικό στάδιο τοΰ αόρατου καί πολύμορφου πολέμου είναι ή εργασία στό νοΰ άπ' όπου τά ακατονόμαστα νοήματα ξεκινούν άπό «πρωί­ας», δηλαδή άπό τήν αρχή. Καί αυτό κατορθώνεται μέ τή μνήμη τοΰ Θεοΰ «άπό φυλακής πρωίας» (Ψαλμ. ρκθ', 6) καί μέ τήν επίμονη επίκληση τοΰ πανάγιου ονό­ματος του, μέ τήν οποία φανερώνεται ή πρόθεση γιά υ­ποταγή στό θείο του θέλημα.
Στή νοητή "Ιερουσαλήμ, πού είναι ή προσοχή τοΰ νοΰ, πριν ακόμη αποκτήσει τήν ησυχία, εισερχόμαστε μέ τήν «έν γνώσει» σιωπή τοΰ στόματος. Δεύτερο βήμα είναι ή εγκράτεια στή δίαιτα μας. Επιδιώκεται ή κατά δύναμη λιτότητα καί ή αποφυγή τοΰ κορεσμού. Τρίτη προσπάθεια προβάλλουμε τή μελέτη των ιερών κειμέ­νων, της θείας Γραφής καί των συγγραμμάτων τών όσι­ων Πατέρων μας, μέ τή μνήμη τοΰ θανάτου πού ακο­λουθεί.
"Ω! Πόσο ωφέλιμη είναι αυτή ή εργασία τής μνή­μης τοΰ θανάτου. Είναι εξάλλου τόσο αισθητή, γιατί καθημερινά εγκαταλείπουν τή ζωή συνάνθρωποι μας, άλλά και αυτοί οί προγονοί, μας! Μακάριος είναι εκεί­νος, πού κατόρθωσε και πήρε ώς σύζυγο του ισόβια αυτήν τή σκέψη και μνήμη. Άπ' τήν αρχή πρόκοψε και ξέφυγε τις πολυποίκιλες παγίδες του θανάτου.
Επειδή αποκτήσαμε μεταπτωτικά τήν τρεπτότητα και εύκολα αλλάζουμε ανάλογα μέ τό περιβάλλον μας, είναι ωφέλιμη ή προσπάθεια νά αποκτήσουμε κα­λές συνήθειες, πού μας συγκρατούν στις πιέσεις των ποικίλων αντιθέσεων του άντιστρατευόμενου νόμου, μέ τόν όποιο ή αμαρτία μας παραμόρφωσε. "Οταν μας γί­νουν συνήθεια οί πρακτικές αρετές γιά τις όποιες προ­σπαθούμε —ή εγκράτεια, ή σιωπή και όσες έχουν σχέ­ση μέ τήν αντίσταση κατά των αισθήσεων και κατά τοΰ νόμου της διαστροφής—, τότε γίνεται σέ μας εύκολος ό τρόπος νά κρατούμε τό νού μέ τήν επίμονη ευχή.
Συνιστούμε τήν επιμονή στό πρόγραμμα. Μέ αυ­τήν αποφεύγεται ό μαρασμός τοΰ θείου ζήλου και ή ε­πίδραση τοϋ αρνητικού περιβάλλοντος, πού μας εμπο­δίζει νά κατορθώσουμε τό δικό μας στόχο και σκοπό. Ή προσοχή στήν τήρηση τοΰ προγράμματος, όχι μόνο δέν παραδέχεται τήν έλλειψη (παράλειψη), άλλά απο­φεύγει και τήν υπερβολή· γιατί και τά δύο ταράζουν τήν ισορροπία. Τότε σβήνει ό ζήλος και ή θέρμη, πού είναι οί κινητήριες δυνάμεις. 
Ή πατερική εμπειρία μαρτυρεί ότι τήν προσεκτι­κή και μέ ακρίβεια πρακτική ζωή ακολουθούν οί πει­ρασμοί. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, ό έλεγχος της γνη­σιότητας του αγώνα και της «κατά Θεόν» άσκησης. Δέν προκαλούν όμως οί δοκιμασίες —μέσω των ποικίλων πειρασμών— ούτε αποθάρρυνση, ούτε φόβο, ούτε ύπο­χώρηση. Χρειάζεται επιμονή μέ προσοχή, ώστε οΰτε νά ξεθαρρεύει κάποιος, άλλά και οΰτε νά φοβάται· κρατώ­ντας τήν πίστη —μέ τήν όποια ή θεία Χάρη τόν οδήγησε μέχρι τό σημείο αυτό της νόμιμης πάλης— νά τά αφήνει όλα στήν υπακοή καί τήν εξάρτηση του από τους πνευματικούς πατέρες.
"Αν καί πάντοτε γιά τόν αγωνιζόμενο θεωρείται απαραίτητο στοιχείο ή προσευχή, ειδικά τήν ώρα των πειρασμών επιβάλλεται επιτακτικά. Κανένας άλλος τρόπος —όσο ή ευχή μέ αύτομεμψία καί ταπείνωση— δέν απομακρύνει τήν παρουσία των πειρασμών στους οποίους υπάρχει αισθητά ή σατανική ενέργεια. «Επι-κάλευαίμε εν ημέρα θλίψεώς σον, καί έξελοϋμαί σε καί δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ', 15), λέγει ό ψαλμωδός.
"Οπως άπό τήν είσοδο των αισθήσεων ανεβαίνει ό θάνατος, κατά τή Γραφή, κατά τόν ϊδιο τρόπο καί ή Χάρη απωθείται καί αποσύρεται. "Ενα σαφέστατο δείγμα αυτής της φθοράς είναι ή ακράτεια τοΰ στόμα­τος μέ τήν πολυλογία. Τί κερδίσαμε μέ τή φλυαρία σ" όλη μας τή ζωή; Ποιος δέν γνωρίζει τή ζημιά, πού προ­καλούν τά απρόσεκτα λόγια, άπό τά όποια δημιουρ­γούνται οί παρεξηγήσεις, τά μίση, οί κατηγορίες, οί χωρισμοί τών φίλων ή καί τών συγγενών; Τό σπου­δαιότερο όμως, είναι ή πρόκληση λύπης στό Πνεύμα τό "Αγιο, πού αποστρέφεται τήν πολυλογία. Δίκαια λέγε­ται ότι «εκ πολυλογίας ουκ έκφεύξη άμαρτίαν» (Παρ. ι', 19) καί πάλι, κατά τό ρητό, «κρεϊσσον πεσεϊν άπό ύψους η πεσεϊν άπό γλώσσης».
Σύ, ό φιλόθεος καί φιλόπονος, στήν ψυχή τοΰ οποίου μίλησε ή Χάρη, καί ήδη ασχολείσαι μέ τή σωτη­ρία σου, πώς θέλεις νά δουλεύεις σε δυό κυρίους; <<Ακούσομαι τί λαλήσει έν έμοί Κύριος» (Ψαλμ. πδ', 8), λέ­γει ό Δαυΐδ. Άλλα πώς θά λαλήσει καί σε μας ό Κύριος, δταν ή γλώσσα καί ό νους ταξιδεύει στους ορίζοντες καί ανακρίνει τίς πράξεις τών ανθρώπων;
Ω μακάρια σιωπή, ή πύλη της σοφίας καί της θε­ϊκής γνώσης· τό φως τοΰ νου καί ή φωτιά του θείου ζή­λου καί ή ακούραστη φιλοπονία, πού προέρχεται άπ' αυτόν.
Δώσε μας, πανάγαθε Κύριε, τή μακάρια σιωπή· τή στάθμη της προόδου, τήν οποία καί σύ κράτησες μπροστά στους άρχοντες αύτοΰ τοΰ αιώνα καί έδωσες σέ μας τή σωτηρία καί ανάσταση, ως ό πρώτος καί μό­νος νικητής τοϋ ψεύδους, της υποκρισίας, της φθοράς καί του θανάτου.   ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΕΣ ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ"του ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου